διαμαστροπεύω: Difference between revisions

nl
(3)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διαμαστροπεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[προάγω]] σε [[ατιμία]], [[προωθώ]], [[εκπορνεύω]], [[διαφθείρω]]· <i>δ. τὴν ἡγεμονίαν γάμοις</i>, [[ξεπουλώ]] το [[κράτος]] με ένα γάμο, σε Πλούτ.
|lsmtext='''διαμαστροπεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[προάγω]] σε [[ατιμία]], [[προωθώ]], [[εκπορνεύω]], [[διαφθείρω]]· <i>δ. τὴν ἡγεμονίαν γάμοις</i>, [[ξεπουλώ]] το [[κράτος]] με ένα γάμο, σε Πλούτ.
}}
{{elnl
|elnltext=δια-μαστροπεύω koppelen; overdr.: γάμοις διαμαστροπευομένης τῆς ἡγεμονίας nu de leiding van de staat door huwelijken versjacherd wordt Plut. Caes. 14.8.
}}
}}