συναγωγεύς: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνᾰγωγεύς:''' ὁ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που οδηγεί στο ίδιο [[σημείο]], αυτός που συγκαλεί, αυτός που συναθροίζει, σε Λυσ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που συνδέει, σε Πλάτ.
|lsmtext='''συνᾰγωγεύς:''' ὁ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που οδηγεί στο ίδιο [[σημείο]], αυτός που συγκαλεί, αυτός που συναθροίζει, σε Λυσ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που συνδέει, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''συνᾰγωγεύς:''' έως ὁ<br /><b class="num">1)</b> соединитель, объединитель (τῆς ἀρχαία; φύσεως Plat.);<br /><b class="num">2)</b> собиратель, устроитель, тж. агитатор (συναγωγεῖς τῶν πολιτῶν Lys.; [[θιασάρχης]] καὶ ξ. Luc.).
}}
}}