δυσανταγώνιστος: Difference between revisions

2
(9)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δυσανταγώνιστος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα μπορεί [[κανείς]] να τον ανταγωνιστεί.
|mltxt=[[δυσανταγώνιστος]], -ον (Α)<br />αυτός που δύσκολα μπορεί [[κανείς]] να τον ανταγωνιστεί.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσανταγώνιστος:''' непобедимый, неопровержимый (ἐν τῷ συνθέσθαι Diog. L.).
}}
}}