παραδοτός: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παραδοτός:''' -ή, -όν, αυτός που μπορεί να διδαχθεί, να παραδοθεί, σε Πλάτ.
|lsmtext='''παραδοτός:''' -ή, -όν, αυτός που μπορεί να διδαχθεί, να παραδοθεί, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''παραδοτός:''' [adj. verb. к [[παραδίδωμι]] могущий быть переданным или преподанным Plat.
}}
}}