ἀκαρής: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκᾰρής:''' -ές ([[κείρω]]),<br /><b class="num">I.</b> λέγεται [[κυρίως]] για μαλλιά, [[πάρα]] [[πολύ]] κοντά, [[πολύ]] κοντά για να κοπούν· από όπου, [[βραχύς]], [[μικρός]], [[ελάχιστος]]·<br /><b class="num">II.</b> [[κυρίως]] στο ουδ. <i>ἀκαρές</i>.<br /><b class="num">1.</b> λέγεται για χρονική [[στιγμή]]· ἐν [[ἀκαρεῖ]] χρόνου, σε Αριστοφ.· <i>ἀκαρῆ διαλιπών</i> (ενν. <i>χρόνον</i>), [[αφού]] περίμενε για μια [[στιγμή]], στον ίδ.· <i>ἀκαρὲς ὥρας</i>, σε μια [[στιγμή]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">2.</b> η αιτ. <i>ἀκαρῆ</i> χρησιμοποιείται επιρρ. [[χωρίς]] [[αναφορά]] στον χρόνο· <i>οὐκ ἀκαρῆ</i> ή <i>οὐδ' ἀκαρῆ</i>, [[καθόλου]], [[ούτε]] στο ελάχιστο, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἀκᾰρής:''' -ές ([[κείρω]]),<br /><b class="num">I.</b> λέγεται [[κυρίως]] για μαλλιά, [[πάρα]] [[πολύ]] κοντά, [[πολύ]] κοντά για να κοπούν· από όπου, [[βραχύς]], [[μικρός]], [[ελάχιστος]]·<br /><b class="num">II.</b> [[κυρίως]] στο ουδ. <i>ἀκαρές</i>.<br /><b class="num">1.</b> λέγεται για χρονική [[στιγμή]]· ἐν [[ἀκαρεῖ]] χρόνου, σε Αριστοφ.· <i>ἀκαρῆ διαλιπών</i> (ενν. <i>χρόνον</i>), [[αφού]] περίμενε για μια [[στιγμή]], στον ίδ.· <i>ἀκαρὲς ὥρας</i>, σε μια [[στιγμή]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">2.</b> η αιτ. <i>ἀκαρῆ</i> χρησιμοποιείται επιρρ. [[χωρίς]] [[αναφορά]] στον χρόνο· <i>οὐκ ἀκαρῆ</i> ή <i>οὐδ' ἀκαρῆ</i>, [[καθόλου]], [[ούτε]] στο ελάχιστο, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκᾰρής:''' не поддающийся стрижке, т. е. чрезвычайно короткий, незначительный: ἔν [[ἀκαρεῖ]] χρόνῳ Arph. или ἐν [[ἀκαρεῖ]] (τοῦ χρόνου) Luc., ἀκαρὲς ὥρας Plut. в одно мгновение.
}}
}}