ἀμφίβλημα: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφίβλημα:''' -ατος, τό ([[ἀμφιβάλλω]]), [[κάτι]] που ρίχνεται [[τριγύρω]], που περιβάλλει·<br /><b class="num">I.</b> [[στοά]], [[περιστύλιο]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> [[ένδυμα]], [[μανδύας]], [[ρούχο]], στον ίδ.
|lsmtext='''ἀμφίβλημα:''' -ατος, τό ([[ἀμφιβάλλω]]), [[κάτι]] που ρίχνεται [[τριγύρω]], που περιβάλλει·<br /><b class="num">I.</b> [[στοά]], [[περιστύλιο]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> [[ένδυμα]], [[μανδύας]], [[ρούχο]], στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμφίβλημα:''' ατος τό<b class="num">1)</b> облачение, одеяние Eur.;<br /><b class="num">2)</b> вооружение, доспехи (πάνοπλα ἀμφιβλήματα Eur.);<br /><b class="num">3)</b> помещение, покой ([[βασίλεια]] ἀμφιβλήματα Eur.).
}}
}}