ἀμφίθηκτος: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφίθηκτος:''' -ον, ακονισμένος και από τις [[δύο]] πλευρές, [[δίστομος]], σε Σοφ.· ομοίως, ἀμφῑ-θηγής, <i>-ές</i> ([[θήγω]]), σε Ανθ.
|lsmtext='''ἀμφίθηκτος:''' -ον, ακονισμένος και από τις [[δύο]] πλευρές, [[δίστομος]], σε Σοφ.· ομοίως, ἀμφῑ-θηγής, <i>-ές</i> ([[θήγω]]), σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμφίθηκτος:''' отточенный с обеих сторон, обоюдоострый ([[ξίφος]] Soph.).
}}
}}