3,276,318
edits
(3) |
(1) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνταπολαμβάνω:''' μέλ. -[[λήψομαι]], [[λαμβάνω]] ή [[αποδέχομαι]] ως [[αντάλλαγμα]], σε Πλάτ., Δημ. | |lsmtext='''ἀνταπολαμβάνω:''' μέλ. -[[λήψομαι]], [[λαμβάνω]] ή [[αποδέχομαι]] ως [[αντάλλαγμα]], σε Πλάτ., Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνταπολαμβάνω:''' получать взамен или в воздаяние (τὴν τῶν λόγων ἑστίασιν Plat.; [[χάριν]] Dem.). | |||
}} | }} |