ἀποθύω: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποθύω:''' μέλ. -θύσω [ῡ], [[προσφέρω]] [[θυσία]] την οποία έχω υποσχεθεί στον θεό, [[εκπληρώνω]] [[τάμα]], σε Ξεν.
|lsmtext='''ἀποθύω:''' μέλ. -θύσω [ῡ], [[προσφέρω]] [[θυσία]] την οποία έχω υποσχεθεί στον θεό, [[εκπληρώνω]] [[τάμα]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποθύω:''' приносить в жертву по обету (χιμαίρας Xen.; τῷ Ἡρακλεῖ τὴν δεκάτην Plut.).
}}
}}