Anonymous

ἀποθύω: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀποθύω]] (Α)<br />[[θυσιάζω]].
|mltxt=[[ἀποθύω]] (Α)<br />[[θυσιάζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀποθύω:''' μέλ. -θύσω [ῡ], [[προσφέρω]] [[θυσία]] την οποία έχω υποσχεθεί στον θεό, [[εκπληρώνω]] [[τάμα]], σε Ξεν.
}}
}}