ἀποπήγνυμι: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποπήγνυμι:''' μέλ. <i>-πήξω</i>, κάνω [[κάτι]] να παγώσει, [[αποψύχω]], σε Αριστοφ. — Παθ., μέλ. <i>-πᾰγήσομαι</i>, [[παγώνω]], ψύχομαι, σε Ξεν.· λέγεται για το [[αίμα]], [[πήζω]], [[σχηματίζω]] θρόμβους, στον ίδ.
|lsmtext='''ἀποπήγνυμι:''' μέλ. <i>-πήξω</i>, κάνω [[κάτι]] να παγώσει, [[αποψύχω]], σε Αριστοφ. — Παθ., μέλ. <i>-πᾰγήσομαι</i>, [[παγώνω]], ψύχομαι, σε Ξεν.· λέγεται για το [[αίμα]], [[πήζω]], [[σχηματίζω]] θρόμβους, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποπήγνῡμι:''' леденить, замораживать (ἀντικνήμια Arph.); pass. застывать, мерзнуть (ὑπὸ ψύχους Xen.).
}}
}}