βράβυλον: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βράβῠλον:''' τό, είδος άγριου δαμάσκηνου, [[κορόμηλο]], σε Θεόκρ.
|lsmtext='''βράβῠλον:''' τό, είδος άγριου δαμάσκηνου, [[κορόμηλο]], σε Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''βράβῠλον:''' (ᾰ) τό дикая слива или терн Theocr.
}}
}}