δεραγχής: Difference between revisions

1b
(8)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δεραγχής]], -ές (Α) [[δεράγχη]]<br />αυτός που σφίγγει τον λαιμό, ο [[πνιγηρός]].
|mltxt=[[δεραγχής]], -ές (Α) [[δεράγχη]]<br />αυτός που σφίγγει τον λαιμό, ο [[πνιγηρός]].
}}
{{elru
|elrutext='''δεραγχής:''' сдавливающий шею (πάγαι Anth.).
}}
}}