δυσείματος: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσείμᾰτος:''' -ον ([[εἷμα]]), άθλια ντυμένος, [[κακοντυμένος]], σε Ευρ.
|lsmtext='''δυσείμᾰτος:''' -ον ([[εἷμα]]), άθλια ντυμένος, [[κακοντυμένος]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσείμᾰτος:''' плохо одетый Eur.
}}
}}