ἔξηβος: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔξηβος:''' -ον ([[ἥβη]]), αυτός που έχει περάσει την εφηβική [[ηλικία]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἔξηβος:''' -ον ([[ἥβη]]), αυτός που έχει περάσει την εφηβική [[ηλικία]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔξηβος:''' ὁ вышедший из юношеского возраста, т. е. зрелый муж Aesch.
}}
}}