ἐπιγνώμων: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιγνώμων:''' -ονος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[διαιτητής]], [[κριτής]], [[δικαστής]], με γεν. πράγμ., σε Πλάτ.· ἐπ. τῆς [[τιμῆς]], [[εκτιμητής]] αυτής, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> = [[συγγνώμων]], αυτός που συγχωρεί, <i>τινί</i>, σε Μόσχ.
|lsmtext='''ἐπιγνώμων:''' -ονος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[διαιτητής]], [[κριτής]], [[δικαστής]], με γεν. πράγμ., σε Πλάτ.· ἐπ. τῆς [[τιμῆς]], [[εκτιμητής]] αυτής, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> = [[συγγνώμων]], αυτός που συγχωρεί, <i>τινί</i>, σε Μόσχ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιγνώμων:''' 2, gen. ονος<br /><b class="num">1)</b> знающий, сведущий (τινός Plat., Sext.): χρὴ γίγνεσθαι ἐπιγνώμονας τοῦ παραλειπομένου Plat. необходимо знать, что (именно) пропущено.<br />ονος ὁ сведущее лицо, знаток, эксперт (τῆς [[τιμῆς]] τινος Dem.; ἐ. καὶ βεβαιωτὴς αἰτιῶν Plut.).
}}
}}