εὐθανασία: Difference between revisions

2b
(15)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[εὐθανασία]])<br /><b>1.</b> [[ανώδυνος]], [[εύκολος]] [[θάνατος]]<br /><b>2.</b> [[ένδοξος]] [[θάνατος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[πρόκληση]] ανώδυνου θανάτου για να επιτευχθεί [[συντόμευση]] της αγωνίας από επώδυνη, ανίατη [[ασθένεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευθάνατος]]. Η λ. με τη σύγχρονη [[σημασία]] της «ανώδυνη [[θανάτωση]] τών πασχόντων από επώδυνες ανίατες ασθένειες» αποτελεί αντιδάνειο στη Νέα Ελληνική (<b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>euthanasia</i>)].
|mltxt=η (ΑΜ [[εὐθανασία]])<br /><b>1.</b> [[ανώδυνος]], [[εύκολος]] [[θάνατος]]<br /><b>2.</b> [[ένδοξος]] [[θάνατος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[πρόκληση]] ανώδυνου θανάτου για να επιτευχθεί [[συντόμευση]] της αγωνίας από επώδυνη, ανίατη [[ασθένεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευθάνατος]]. Η λ. με τη σύγχρονη [[σημασία]] της «ανώδυνη [[θανάτωση]] τών πασχόντων από επώδυνες ανίατες ασθένειες» αποτελεί αντιδάνειο στη Νέα Ελληνική (<b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>euthanasia</i>)].
}}
{{elru
|elrutext='''εὐθᾰνᾰσία:''' ἡ безболезненная кончина, тихая смерть Cic., Suet.
}}
}}