Anonymous

εὐθανασία: Difference between revisions

From LSJ
15
(6_9)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐθᾰνασία''': ἡ, [[εὔκολος]] ἢ εὐτυχὴς [[θάνατος]], Ποσείδιππος ἐν «Μύρμηκι» 1, Φίλων 1. 182, Κικ. πρὸς Ἀττ. 16. 7, 3, Αὔγουστ. παρὰ Suet. Oct. 99.
|lstext='''εὐθᾰνασία''': ἡ, [[εὔκολος]] ἢ εὐτυχὴς [[θάνατος]], Ποσείδιππος ἐν «Μύρμηκι» 1, Φίλων 1. 182, Κικ. πρὸς Ἀττ. 16. 7, 3, Αὔγουστ. παρὰ Suet. Oct. 99.
}}
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[εὐθανασία]])<br /><b>1.</b> [[ανώδυνος]], [[εύκολος]] [[θάνατος]]<br /><b>2.</b> [[ένδοξος]] [[θάνατος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[πρόκληση]] ανώδυνου θανάτου για να επιτευχθεί [[συντόμευση]] της αγωνίας από επώδυνη, ανίατη [[ασθένεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευθάνατος]]. Η λ. με τη σύγχρονη [[σημασία]] της «ανώδυνη [[θανάτωση]] τών πασχόντων από επώδυνες ανίατες ασθένειες» αποτελεί αντιδάνειο στη Νέα Ελληνική (<b>[[πρβλ]].</b> αγγλ. <i>euthanasia</i>)].
}}
}}