ζάκορος: Difference between revisions

2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ζάκορος:''' ὁ και ἡ, [[υπηρέτης]] του ναού· πιθ. συγγενές προς το [[διάκονος]], σε Πλούτ. Σχετικά με το <i>-κορος</i>, πρβλ. νεω-[[κόρος]].
|lsmtext='''ζάκορος:''' ὁ και ἡ, [[υπηρέτης]] του ναού· πιθ. συγγενές προς το [[διάκονος]], σε Πλούτ. Σχετικά με το <i>-κορος</i>, πρβλ. νεω-[[κόρος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ζάκορος:''' ὁ и ἡ служитель при храме, помощник жреца (ἱερεῖς καὶ ζάκοροι [[θεῶν]] Plut.) (полагают, что по служебному положению он был выше, чем [[νεωκόρος]]).
}}
}}