κατάμονος: Difference between revisions

2b
(19)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[κατάμονος]], -ον, θηλ. και -η)<br /><b>νεοελλ.</b><br />εντελώς [[μόνος]], [[ολομόναχος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[μόνιμος]], [[χρόνιος]], [[διαρκής]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[κατάμονος]], -ον, θηλ. και -η)<br /><b>νεοελλ.</b><br />εντελώς [[μόνος]], [[ολομόναχος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[μόνιμος]], [[χρόνιος]], [[διαρκής]].
}}
{{elru
|elrutext='''κατάμονος:''' постоянный, длительный, затяжной ([[πόλεμος]] Polyb.).
}}
}}