3,277,002
edits
(21) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κονιστικός]], -ή, όν (Α) [[κονίω]]<br />(για πτηνά) αυτός που του αρέσει να κυλιέται ή να κάθεται στη [[σκόνη]]. | |mltxt=[[κονιστικός]], -ή, όν (Α) [[κονίω]]<br />(για πτηνά) αυτός που του αρέσει να κυλιέται ή να κάθεται στη [[σκόνη]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κονιστικός:''' любящий валяться (кататься) в песке ([[ὄρνις]] Arst.). | |||
}} | }} |