λοχίτης: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λοχίτης:''' [ῑ], -ου, ὁ ([[λόχος]]), [[στρατιώτης]] από τον ίδιο λόχο ή στρατιωτικό [[σώμα]], [[συστρατιώτης]], [[συμπολεμιστής]], [[συμμαχητής]], σε Αισχύλ., Ξεν.
|lsmtext='''λοχίτης:''' [ῑ], -ου, ὁ ([[λόχος]]), [[στρατιώτης]] από τον ίδιο λόχο ή στρατιωτικό [[σώμα]], [[συστρατιώτης]], [[συμπολεμιστής]], [[συμμαχητής]], σε Αισχύλ., Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''λοχίτης:''' ου (ῑ) ὁ солдат лоха, боец, воин Aesch., Soph., Xen.
}}
}}