λωβητής: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λωβητής:''' -οῦ, ὁ, = το προηγ.· <i>λωβητὴς τέχνης</i>, [[κάποιος]] που ατιμάζει, ντροπιάζει το επάγγελμά του, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''λωβητής:''' -οῦ, ὁ, = το προηγ.· <i>λωβητὴς τέχνης</i>, [[κάποιος]] που ατιμάζει, ντροπιάζει το επάγγελμά του, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''λωβητής:''' οῦ ὁ погубитель, подрыватель (τέχνης Arph.).
}}
}}