3,274,216
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὀρειδρόμος:''' -ον ([[δραμεῖν]]), αυτός που τρέχει πάνω στους λόφους, στα βουνά, σε Ευρ. | |lsmtext='''ὀρειδρόμος:''' -ον ([[δραμεῖν]]), αυτός που τρέχει πάνω στους λόφους, στα βουνά, σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὀρειδρόμος:''' v. l. [[ὀριδρόμος|ὀρῑδρόμος]] 2 бегающий по горам ([[ἔλαφος]] Eur.). | |||
}} | }} |