3,253,953
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πᾰχύστομος:''' -ον, αυτός που μιλάει χοντροκομμένα ή απότομα, σε Στράβ. | |lsmtext='''πᾰχύστομος:''' -ον, αυτός που μιλάει χοντροκομμένα ή απότομα, σε Στράβ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πᾰχύστομος:''' широкоротый, т. е. с широким отверстием ([[ὄστρεον]] Arst.). | |||
}} | }} |