3,276,960
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πενθημῐμερής:''' -ές, αυτός που αποτελείται από [[πέντε]] μισά μέρη, ή από δυόμιση· στην [[προσωδία]], τομὴ [[πενθημιμερής]], η [[τομή]] [[έπειτα]] από δύομιση πόδες, όπως στα εξάμετρα και τα ιαμβικά [[μέτρα]]. | |lsmtext='''πενθημῐμερής:''' -ές, αυτός που αποτελείται από [[πέντε]] μισά μέρη, ή από δυόμιση· στην [[προσωδία]], τομὴ [[πενθημιμερής]], η [[τομή]] [[έπειτα]] από δύομιση πόδες, όπως στα εξάμετρα και τα ιαμβικά [[μέτρα]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πενθημῐμερής:''' состоящий из пяти половин, т. е. из двух с половиной частей: ἡ π. (sc. [[τομή]]) стих. цезура в середине третьей стопы (гексаметра или ямбического триметра). | |||
}} | }} |