Anonymous

πενθημιμερής: Difference between revisions

From LSJ
5
(31)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[πέντε]] μισά, δηλ. [[δυόμισυ]] ολόκληρα μέρη<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τομή]] [[πενθημιμερής]]»<br /><b>(μετρ.)</b> [[τομή]] που τέμνει τον στίχο στο πέμπτο ημιπόδιο, δηλ. -υυ / -υυ / —<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πενθημιμερές</i><br />οι πρώτοι [[δυόμισυ]] πόδες του στίχου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἡμιμερής]].
|mltxt=-ές, ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[πέντε]] μισά, δηλ. [[δυόμισυ]] ολόκληρα μέρη<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[τομή]] [[πενθημιμερής]]»<br /><b>(μετρ.)</b> [[τομή]] που τέμνει τον στίχο στο πέμπτο ημιπόδιο, δηλ. -υυ / -υυ / —<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πενθημιμερές</i><br />οι πρώτοι [[δυόμισυ]] πόδες του στίχου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἡμιμερής]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πενθημῐμερής:''' -ές, αυτός που αποτελείται από [[πέντε]] μισά μέρη, ή από δυόμιση· στην [[προσωδία]], τομὴ [[πενθημιμερής]], η [[τομή]] [[έπειτα]] από δύομιση πόδες, όπως στα εξάμετρα και τα ιαμβικά [[μέτρα]].
}}
}}