συναπολογέομαι: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συναπολογέομαι:''' αποθ., [[συμβάλλω]] στην [[υπεράσπιση]], [[απολογούμαι]], υπερασπίζομαι από κοινού, [[συνηγορώ]], σε Δημ.
|lsmtext='''συναπολογέομαι:''' αποθ., [[συμβάλλω]] στην [[υπεράσπιση]], [[απολογούμαι]], υπερασπίζομαι από κοινού, [[συνηγορώ]], σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''συναπολογέομαι:''' вместе выступать в защиту: σ. τι Dem. вести совместную защиту (на суде) с кем-л.; σ. τινα τοῖς νόμοις Dem. выступать в чью-л. защиту и вместе с тем в защиту законов.
}}
}}