συνοδοιπόρος: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνοδοιπόρος:''' ὁ, [[συνταξιδιώτης]], [[συνοδοιπόρος]], σε Ξεν., Λουκ.
|lsmtext='''συνοδοιπόρος:''' ὁ, [[συνταξιδιώτης]], [[συνοδοιπόρος]], σε Ξεν., Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''συνοδοιπόρος:''' ὁ и ἡ спутник или попутчик Xen., Luc.
}}
}}