3,274,159
edits
(40) |
(6) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br />[[σύντροφος]] στην [[οδοιπορία]], αυτός που βαδίζει [[μαζί]] με άλλον (α. «τὸν ἐν πολέμοις [[ὄντα]] σοι καλὸν συνοδοιπόρον», Πρόδρ.<br />β. «συνοδοιπόρον ἢ σύμπλουν ἢ εἴ τῳ ἄλλῳ ἐντυγχάνοις», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> αυτός που συμπορεύεται ιδεολογικά και [[πολιτικά]] με κάποιον, που ουσιαστικά συμφωνεί με κάποιον σε ιδεολογικά και [[πολιτικά]] ζητήματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδοιπόρος]]. | |mltxt=ο, ΝΜΑ<br />[[σύντροφος]] στην [[οδοιπορία]], αυτός που βαδίζει [[μαζί]] με άλλον (α. «τὸν ἐν πολέμοις [[ὄντα]] σοι καλὸν συνοδοιπόρον», Πρόδρ.<br />β. «συνοδοιπόρον ἢ σύμπλουν ἢ εἴ τῳ ἄλλῳ ἐντυγχάνοις», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> αυτός που συμπορεύεται ιδεολογικά και [[πολιτικά]] με κάποιον, που ουσιαστικά συμφωνεί με κάποιον σε ιδεολογικά και [[πολιτικά]] ζητήματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὁδοιπόρος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''συνοδοιπόρος:''' ὁ, [[συνταξιδιώτης]], [[συνοδοιπόρος]], σε Ξεν., Λουκ. | |||
}} | }} |