περιφυγή: Difference between revisions

nl
(3b)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{elru
{{elru
|elrutext='''περιφῠγή:''' ἡ убежище, прибежище (περιφυγαὶ καὶ ἀναχωρήσεις Plut.).
|elrutext='''περιφῠγή:''' ἡ убежище, прибежище (περιφυγαὶ καὶ ἀναχωρήσεις Plut.).
}}
{{elnl
|elnltext=περιφυγή -ῆς, ἡ [περιφεύγω] toevluchtsoord.
}}
}}