σπέργουλος: Difference between revisions

2b
(38)
(2b)
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[πέργουλος]] ὁ, Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[ὀρνιθάριον]] [[ἄγριον]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[σπέργουλος]] / [[πέργουλος]] [[είναι]] παρλλ. τ. της λ. [[σποργίλος]] και προήλθε πιθ. από έναν δωρ. τ. <i>σπεργ</i>-<i>ύλος</i>, όπου η κατάλ. προφέρθηκε ως -<i>ουλος</i>].
|mltxt=και [[πέργουλος]] ὁ, Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[ὀρνιθάριον]] [[ἄγριον]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[σπέργουλος]] / [[πέργουλος]] [[είναι]] παρλλ. τ. της λ. [[σποργίλος]] και προήλθε πιθ. από έναν δωρ. τ. <i>σπεργ</i>-<i>ύλος</i>, όπου η κατάλ. προφέρθηκε ως -<i>ουλος</i>].
}}
{{etym
|etymtx=See also: s. [[σποργίλος]]
}}
}}