Anonymous

σπέργουλος: Difference between revisions

From LSJ
38
(6_15)
 
(38)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''σπέργουλος''': ὁ, μικρὸν πτηνόν [[στρουθίον]], «[[ὀρνιθάριον]] ἄγριον» Ἡσύχ., πρβλ. Λοβεκ. Παθ. 24.
|lstext='''σπέργουλος''': ὁ, μικρὸν πτηνόν [[στρουθίον]], «[[ὀρνιθάριον]] ἄγριον» Ἡσύχ., πρβλ. Λοβεκ. Παθ. 24.
}}
{{grml
|mltxt=και [[πέργουλος]] ὁ, Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[ὀρνιθάριον]] [[ἄγριον]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[σπέργουλος]] / [[πέργουλος]] [[είναι]] παρλλ. τ. της λ. [[σποργίλος]] και προήλθε πιθ. από έναν δωρ. τ. <i>σπεργ</i>-<i>ύλος</i>, όπου η κατάλ. προφέρθηκε ως -<i>ουλος</i>].
}}
}}