θύωμα: Difference between revisions

No change in size ,  6 January 2019
m
Text replacement - "˙" to "·"
(2b)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''θύωμα''': τό, ([[θυόω]]) τὸ καιόμενον ὡς [[θυμίαμα]]˙ ἐν τῷ πληθ., ἀρώματα, Σιμωνίδ. Ἰαμβογρ. 14, Ἡρόδ. 2. 40, 86.
|lstext='''θύωμα''': τό, ([[θυόω]]) τὸ καιόμενον ὡς [[θυμίαμα]]· ἐν τῷ πληθ., ἀρώματα, Σιμωνίδ. Ἰαμβογρ. 14, Ἡρόδ. 2. 40, 86.
}}
}}
{{bailly
{{bailly