3,274,447
edits
(3) |
(1a) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀπολῠτικός:''' -ή, -όν ([[ἀπολύω]]), αυτός που είναι διατεθειμένος να απαλλάξει, να αθωώσει· επίρρ., [[ἀπολυτικῶς]] ἔχειν, έχω κατά νου να απαλλάξω, να αθωώσω κάποιον, σε Ξεν. | |lsmtext='''ἀπολῠτικός:''' -ή, -όν ([[ἀπολύω]]), αυτός που είναι διατεθειμένος να απαλλάξει, να αθωώσει· επίρρ., [[ἀπολυτικῶς]] ἔχειν, έχω κατά νου να απαλλάξω, να αθωώσω κάποιον, σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἀπολύω]]<br />disposed to [[acquit]]:— adv., [[ἀπολυτικῶς]] ἔχειν τινός to be [[minded]] to [[acquit]] one, Xen. | |||
}} | }} |