διαπίμπλαμαι: Difference between revisions

1a
(4)
(1a)
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διαπίμπλᾰμαι:''' Παθ., είμαι αρκετά [[γεμάτος]], [[ξεχειλίζω]] από, <i>τινός</i>σε Θουκ.
|lsmtext='''διαπίμπλᾰμαι:''' Παθ., είμαι αρκετά [[γεμάτος]], [[ξεχειλίζω]] από, <i>τινός</i>σε Θουκ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />Pass. to be [[quite]] [[full]] of, τινός Thuc.
}}
}}