3,270,341
edits
(4) |
(1ab) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἔκδρομος:''' ὁ, αυτός που ορμά έξω από τις γραμμές, [[ακροβολιστής]], σε Θουκ., Ξεν. | |lsmtext='''ἔκδρομος:''' ὁ, αυτός που ορμά έξω από τις γραμμές, [[ακροβολιστής]], σε Θουκ., Ξεν. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἔκδρομος]], ὁ, [from ἐκδρᾰμεῖν, aor2 inf. of [[ἐκτρέχω]]<br />one that sallies out from the ranks, a [[skirmisher]], Thuc., Xen. | |||
}} | }} |