3,276,932
edits
(6) |
(1b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πυργήρης:''' -ες (*ἄρω), λέγεται για [[τόπο]] ή [[χώρα]], αυτός που έχει οχυρωμένους πύργους, Χρησμ. [[παρά]] Παυσ. | |lsmtext='''πυργήρης:''' -ες (*ἄρω), λέγεται για [[τόπο]] ή [[χώρα]], αυτός που έχει οχυρωμένους πύργους, Χρησμ. [[παρά]] Παυσ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=πυργ-[[ήρης]], ες [*ἄρω]<br />of a [[place]], [[fortified]], ap. Paus. | |||
}} | }} |