παρασημαίνομαι: Difference between revisions

1ba
(5)
(1ba)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παρασημαίνομαι:'''<b class="num">1.</b> Μέσ., [[βάζω]] τη [[σφραγίδα]] μου δίπλα σε [[άλλη]], [[θέτω]] [[νέα]] [[σφραγίδα]], [[σφραγίζω]], σε Δημ.· μτχ. παρακ. <i>παρασεσημασμένος</i>, με Παθ. [[σημασία]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> [[σημειώνω]] στο [[περιθώριο]], κάνω παρατηρήσεις στα πλάγια, σε Αριστ.
|lsmtext='''παρασημαίνομαι:'''<b class="num">1.</b> Μέσ., [[βάζω]] τη [[σφραγίδα]] μου δίπλα σε [[άλλη]], [[θέτω]] [[νέα]] [[σφραγίδα]], [[σφραγίζω]], σε Δημ.· μτχ. παρακ. <i>παρασεσημασμένος</i>, με Παθ. [[σημασία]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> [[σημειώνω]] στο [[περιθώριο]], κάνω παρατηρήσεις στα πλάγια, σε Αριστ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />Mid.:<br /><b class="num">1.</b> to set one's [[seal]] [[beside]], to counterseal, [[seal]] up, Dem.:—perf. [[part]]. παρασεσημασμένος in [[pass]]. [[sense]], Dem.<br /><b class="num">2.</b> to [[note]] in [[passing]], to [[notice]] [[besides]], Arist.
}}
}}