Anonymous

παρασημαίνομαι: Difference between revisions

From LSJ
5
(Bailly1_4)
(5)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>part. pf. Pass.</i> παρασεσημασμένος;<br />marquer d’un signe à côté, annoter.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[σημαίνω]].
|btext=<i>part. pf. Pass.</i> παρασεσημασμένος;<br />marquer d’un signe à côté, annoter.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[σημαίνω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''παρασημαίνομαι:'''<b class="num">1.</b> Μέσ., [[βάζω]] τη [[σφραγίδα]] μου δίπλα σε [[άλλη]], [[θέτω]] [[νέα]] [[σφραγίδα]], [[σφραγίζω]], σε Δημ.· μτχ. παρακ. <i>παρασεσημασμένος</i>, με Παθ. [[σημασία]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> [[σημειώνω]] στο [[περιθώριο]], κάνω παρατηρήσεις στα πλάγια, σε Αριστ.
}}
}}