περίρρους: Difference between revisions

1ba
(32)
(1ba)
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ουν, και -οος, -οον, Α [[περιρρέω]]<br /><b>1.</b> αυτός που βρέχεται από [[παντού]], [[περίρρυτος]], περιβρεχόμενος<br /><b>2.</b> αυτός που τρέχει, που κυλά [[ολόγυρα]], από όλα τα μέρη, που περιβρέχει [[κάτι]]<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[περίρρους]]<br />α) η [[περιρροή]]<br />β) [[διάρροια]], [[υδαρής]] [[αποπάτηση]], [[περίρροια]].
|mltxt=-ουν, και -οος, -οον, Α [[περιρρέω]]<br /><b>1.</b> αυτός που βρέχεται από [[παντού]], [[περίρρυτος]], περιβρεχόμενος<br /><b>2.</b> αυτός που τρέχει, που κυλά [[ολόγυρα]], από όλα τα μέρη, που περιβρέχει [[κάτι]]<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[περίρρους]]<br />α) η [[περιρροή]]<br />β) [[διάρροια]], [[υδαρής]] [[αποπάτηση]], [[περίρροια]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=περίρ-ρους, ουν, = [[περίρρυτος]], Hdt.]
}}
}}