δευτερουργός: Difference between revisions

m
Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [["
(nl)
m (Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [[")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δευτερουργός]], -όν (Α)<br /><b>1.</b> όποιος έχει δευτερεύουσα [[θέση]] σε κάποιο [[έργο]], ο δευτερεύων<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[δευτερουργός]]<br />αυτός που επισκευάζει ή μεταποιεί ενδύματα.
|mltxt=[[δευτερουργός]], -όν (Α)<br /><b>1.</b> όποιος έχει δευτερεύουσα [[θέση]] σε κάποιο [[έργο]], ο δευτερεύων<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[δευτερουργός]]<br />αυτός που επισκευάζει ή μεταποιεί ενδύματα.
}}
}}
{{elru
{{elru