θάλαμος: Difference between revisions

m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''θάλᾰμος''': ὁ, ἐσώτερον [[δωμάτιον]], [[κοιτών]], περὶ ὃν ἄλλα δωμάτια ὑπῆρχον· [[συχν]]. παρ’ Ὁμ. 1) [[καθόλου]], ὁ [[γυναικών]], τὸ ἐσώτατον [[μέρος]] τῆς οἰκίας, ὡς τὸ [[μυχός]], Ἰλ. Γ. 142, 174, Ὀδ. Δ. 121, κτλ.· [[ὄπισθεν]] τοῦ προδόμου, Ἰλ. Ι. 469· [[οὕτως]] ἐν τῷ πληθ., ἐκ τῶν ἀνδρεώνων... ἐς τοὺς θ. Ἡρόδ. 1. 34. 1) [[ἰδιαίτερος]] κοιτὼν ἐν τῷ διαμερίσματι τούτῳ τῆς οἰκίας, α) [[κοιτών]], ἰδίως τῆς οἰκοδεσποίνης (πρβλ. παστὰς ΙΙΙ, [[παστός]]), Ἰλ. Γ. 423, Ζ. 16, Λ. 227, Ὀδ. Κ. 340, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 12., 3. 78· ἰδίως ὁ νυμφικὸς [[κοιτών]], Ἰλ. Σ. 492 (ἥτις [[σημασία]] βραδύτερον κατέστη γενικωτάτη, Πίνδ. Π. 2. 60, Σοφ. Τρ. 913, Εὐρ. Ἱππ. 540, κτλ., πρβλ. Becker Χαρικλ. 267)· ἀλλ’ [[ὡσαύτως]], ὁ [[κοιτών]] τῶν ἀγάμων υἱῶν, Ὀδ. Α. 425, Τ. 48. β) [[ἀποθήκη]], «κελλᾶρι», [[δωμάτιον]], ἐν ᾧ ἐνδύματα, ὅπλα, κειμήλια πολύτιμα, ὡς καὶ [[οἶνος]] καὶ τροφαὶ ἐφυλάττοντο ὑπὸ τὴν φροντίδα τῆς ταμίης, Ἰλ. Ξ. 191, πρβλ. Ξεν. Οἰκ. 9, 3 ([[ἔνθα]] [[ὅμως]] χρησιμεύει μόνον ὡς [[ἀποθήκη]] στρωμάτων, σκεπασμάτων κ.τ.τ.)· ἐν τῷ ἐσχάτῳ ἄκρῳ τῆς οἰκίας, Ὀδ. Φ. 8· [[συχνάκις]] καλούμενος [[ὑψόροφος]] Β. 337, Θ. 439, Ἰλ. Γ. 423, κτλ.· ὄλβου διοίγων [[θάλαμον]] Εὐρ. Ἀποσπ. 287. 8. γ) [[καθόλου]], [[κοιτών]], [[δωμάτιον]], Ὀδ. Ψ. 192. δ) γενικ., [[οἰκία]], [[κατοικία]], Ἰλ. Ζ. 248, Ι. 582, πρβλ. Πίνδ. Ο. 5. 30., 6. 2· βασιλικοὶ θ. Εὐρ. Ἴωνι 486. ΙΙ. μεταφ., ὁ παγκοίτας θ., περὶ τοῦ ᾍδου, Σοφ. Ἀντ. 804· [[τυμβήρης]] θ., ἐπὶ τῆς κιβωτοῦ τῆς Δανάης, [[αὐτόθι]] 947· θάλαμοι ὑπὸ γῆς, τὰ [[βασίλεια]] τοῦ Ἅδου, Αἰσχύλ. Πέρσ. 624· γᾶς θάλαμοι Εὐρ. Ἡρ. Μαίν. 807· θ. Περσεφονείας ὁ αὐτ. Ἱκέτ. 1022· θ. Ἀμφιτρίτης, ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Σοφ. Ο. Τ. 195· πολυδένδρεσσιν Ὀλύμπου θαλάμοις Εὐρ. Βάκχ. 560· ἀρνῶν θ., αἱ μάνδραι αὐτῶν, ὁ αὐτ. ἐν Κύκλ. 57· ἐπὶ κυψελῶν μελισσῶν, Ἀνθ. Π. 9. 404. ΙΙΙ. τὸ κατώτατον καὶ σκοτεινότατον [[μέρος]] τοῦ πλοίου, [[ἔνθα]] οἱ θαλαμῖται ἐκάθηντο, Ἀθήν. 37D, [[Πολυδ]]. Α΄, 87· πρβλ. [[θαλάμη]] ΙΙ. IV. ἐν χρήσει ἐπί τινων μυστικῶν ἱερῶν ἢ ναΐσκων ἀφιερωμένων εἰς τὸν Ἆπιν, Αἰλ. π. Ζ. 11. 10, πρβλ. Πλίν. 8. 71· τὸ ἐσώτατον τοῦ ἱεροῦ, τὸ ἄδυτον, ἐς μὲν οὖν τὸν μέγαν νηὸν πάντες εἰσέρχονται, ἐς δὲ τὸν [[θάλαμον]] οἱ ἱερεῖς μοῦνον Λουκ. Συρ. Θ. 31· [[ναός]], Ἀνθ. Π. 1. 32· πρβλ. Λοβ. Ἀγλαοφ. 1. σ. 26 κἑξ.
|lstext='''θάλᾰμος''': ὁ, ἐσώτερον [[δωμάτιον]], [[κοιτών]], περὶ ὃν ἄλλα δωμάτια ὑπῆρχον· [[συχν]]. παρ’ Ὁμ. 1) [[καθόλου]], ὁ [[γυναικών]], τὸ ἐσώτατον [[μέρος]] τῆς οἰκίας, ὡς τὸ [[μυχός]], Ἰλ. Γ. 142, 174, Ὀδ. Δ. 121, κτλ.· [[ὄπισθεν]] τοῦ προδόμου, Ἰλ. Ι. 469· [[οὕτως]] ἐν τῷ πληθ., ἐκ τῶν ἀνδρεώνων... ἐς τοὺς θ. Ἡρόδ. 1. 34. 1) [[ἰδιαίτερος]] κοιτὼν ἐν τῷ διαμερίσματι τούτῳ τῆς οἰκίας, α) [[κοιτών]], ἰδίως τῆς οἰκοδεσποίνης (πρβλ. παστὰς ΙΙΙ, [[παστός]]), Ἰλ. Γ. 423, Ζ. 16, Λ. 227, Ὀδ. Κ. 340, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 12., 3. 78· ἰδίως ὁ νυμφικὸς [[κοιτών]], Ἰλ. Σ. 492 (ἥτις [[σημασία]] βραδύτερον κατέστη γενικωτάτη, Πίνδ. Π. 2. 60, Σοφ. Τρ. 913, Εὐρ. Ἱππ. 540, κτλ., πρβλ. Becker Χαρικλ. 267)· ἀλλ’ [[ὡσαύτως]], ὁ [[κοιτών]] τῶν ἀγάμων υἱῶν, Ὀδ. Α. 425, Τ. 48. β) [[ἀποθήκη]], «κελλᾶρι», [[δωμάτιον]], ἐν ᾧ ἐνδύματα, ὅπλα, κειμήλια πολύτιμα, ὡς καὶ [[οἶνος]] καὶ τροφαὶ ἐφυλάττοντο ὑπὸ τὴν φροντίδα τῆς ταμίης, Ἰλ. Ξ. 191, πρβλ. Ξεν. Οἰκ. 9, 3 ([[ἔνθα]] [[ὅμως]] χρησιμεύει μόνον ὡς [[ἀποθήκη]] στρωμάτων, σκεπασμάτων κ.τ.τ.)· ἐν τῷ ἐσχάτῳ ἄκρῳ τῆς οἰκίας, Ὀδ. Φ. 8· [[συχνάκις]] καλούμενος [[ὑψόροφος]] Β. 337, Θ. 439, Ἰλ. Γ. 423, κτλ.· ὄλβου διοίγων [[θάλαμον]] Εὐρ. Ἀποσπ. 287. 8. γ) [[καθόλου]], [[κοιτών]], [[δωμάτιον]], Ὀδ. Ψ. 192. δ) γενικ., [[οἰκία]], [[κατοικία]], Ἰλ. Ζ. 248, Ι. 582, πρβλ. Πίνδ. Ο. 5. 30., 6. 2· βασιλικοὶ θ. Εὐρ. Ἴωνι 486. ΙΙ. μεταφ., ὁ παγκοίτας θ., περὶ τοῦ ᾍδου, Σοφ. Ἀντ. 804· [[τυμβήρης]] θ., ἐπὶ τῆς κιβωτοῦ τῆς Δανάης, [[αὐτόθι]] 947· θάλαμοι ὑπὸ γῆς, τὰ [[βασίλεια]] τοῦ Ἅδου, Αἰσχύλ. Πέρσ. 624· γᾶς θάλαμοι Εὐρ. Ἡρ. Μαίν. 807· θ. Περσεφονείας ὁ αὐτ. Ἱκέτ. 1022· θ. Ἀμφιτρίτης, ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Σοφ. Ο. Τ. 195· πολυδένδρεσσιν Ὀλύμπου θαλάμοις Εὐρ. Βάκχ. 560· ἀρνῶν θ., αἱ μάνδραι αὐτῶν, ὁ αὐτ. ἐν Κύκλ. 57· ἐπὶ κυψελῶν μελισσῶν, Ἀνθ. Π. 9. 404. ΙΙΙ. τὸ κατώτατον καὶ σκοτεινότατον [[μέρος]] τοῦ πλοίου, [[ἔνθα]] οἱ θαλαμῖται ἐκάθηντο, Ἀθήν. 37D, Πολυδ. Α΄, 87· πρβλ. [[θαλάμη]] ΙΙ. IV. ἐν χρήσει ἐπί τινων μυστικῶν ἱερῶν ἢ ναΐσκων ἀφιερωμένων εἰς τὸν Ἆπιν, Αἰλ. π. Ζ. 11. 10, πρβλ. Πλίν. 8. 71· τὸ ἐσώτατον τοῦ ἱεροῦ, τὸ ἄδυτον, ἐς μὲν οὖν τὸν μέγαν νηὸν πάντες εἰσέρχονται, ἐς δὲ τὸν [[θάλαμον]] οἱ ἱερεῖς μοῦνον Λουκ. Συρ. Θ. 31· [[ναός]], Ἀνθ. Π. 1. 32· πρβλ. Λοβ. Ἀγλαοφ. 1. σ. 26 κἑξ.
}}
}}
{{bailly
{{bailly