Σίβυλλα: Difference between revisions

m
Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ"
m (Text replacement - "   " to "")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ, και Σίβιλλα Α<br />(στην [[αρχαιότητα]]) [[γυναίκα]] η οποία σε [[κατάσταση]] έκστασης προέλεγε, [[κατά]] τρόπο αυθόρμητο και [[χωρίς]] να ερωτηθεί, όσα επρόκειτο να συμβούν στο [[μέλλον]] («απ' τών Ρωμαίων τα ιερά... οι Σίβυλλες / σπαράζανε στον τρίποδα να πούνε ένα χρησμό», Άγγ. Σικελιανός)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> [[άτομο]] μυστηριώδες, αινιγματικό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ.].
|mltxt=η, ΝΜΑ, και Σίβιλλα Α<br />(στην [[αρχαιότητα]]) [[γυναίκα]] η οποία σε [[κατάσταση]] έκστασης προέλεγε, [[κατά]] τρόπο αυθόρμητο και [[χωρίς]] να ερωτηθεί, όσα επρόκειτο να συμβούν στο [[μέλλον]] («απ' τών Ρωμαίων τα ιερά... οι Σίβυλλες / σπαράζανε στον τρίποδα να πούνε ένα χρησμό», Άγγ. Σικελιανός)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> [[άτομο]] μυστηριώδες, αινιγματικό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Άγνωστης ετυμολ.].
}}
}}
{{lsm
{{lsm