έλπω: Difference between revisions

m
Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ"
m (Text replacement - "πρβλ." to "πρβλ.")
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔλπω]] και ἐέλπω (Α)<br /><b>1.</b> [[δίνω]] ελπίδες<br /><b>2.</b> (μέσ., -<i>ομαι</i>)<br />[[ελπίζω]], [[περιμένω]]<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> [[φοβάμαι]] [[κάτι]] («ἐλπόμενος δέ τὶ οἱ κακόν ἔσεσθαι», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> [[νομίζω]], [[υποθέτω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο [[ενεργητικός]] [[μεταβιβαστικός]] ενεστ. [[έλπω]] [[είναι]] [[υστερογενής]] [[έναντι]] του αρχικού θεματικού ενεστώτος (<i>F</i>)<i>έλπομαι</i>, <i>ε</i>(<i>F</i>)<i>έλπομαι</i>, με παρακμ. (<i>F</i>)<i>ε</i>(<i>F</i>)<i>ολπα</i>. Οι τ. αυτοί δεν έχουν ακριβή αντίστοιχα στις άλλες ΙΕ γλώσσες. Ίσως μπορούν να συνδεθούν με λατ. <i>volup</i>(<i>e</i>) στο <i>volup</i>(<i>e</i>) <i>est</i> «μού [[είναι]] ευχάριστο» [[καθώς]] και με τα ελλ. [[άλπνιστος]] και [[αρπαλέος]]. Παράλληλα [[προς]] το (<i>F</i>)<i>έλπομαι</i> απαντά και τ. (<i>F</i>)[[έλδομαι]]. Και οι δύο ανάγονται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>wel</i>- «[[θέλω]], [[εκλέγω]]» (<b>πρβλ.</b> λατ. <i>vel</i>-<i>le</i>, γερμ. <i>wollen</i> «[[θέλω]]»)].
|mltxt=[[ἔλπω]] και ἐέλπω (Α)<br /><b>1.</b> [[δίνω]] ελπίδες<br /><b>2.</b> (μέσ., -<i>ομαι</i>)<br />[[ελπίζω]], [[περιμένω]]<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> [[φοβάμαι]] [[κάτι]] («ἐλπόμενος δέ τὶ οἱ κακόν ἔσεσθαι», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> [[νομίζω]], [[υποθέτω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Ο [[ενεργητικός]] [[μεταβιβαστικός]] ενεστ. [[έλπω]] [[είναι]] [[υστερογενής]] [[έναντι]] του αρχικού θεματικού ενεστώτος (<i>F</i>)<i>έλπομαι</i>, <i>ε</i>(<i>F</i>)<i>έλπομαι</i>, με παρακμ. (<i>F</i>)<i>ε</i>(<i>F</i>)<i>ολπα</i>. Οι τ. αυτοί δεν έχουν ακριβή αντίστοιχα στις άλλες ΙΕ γλώσσες. Ίσως μπορούν να συνδεθούν με λατ. <i>volup</i>(<i>e</i>) στο <i>volup</i>(<i>e</i>) <i>est</i> «μού [[είναι]] ευχάριστο» [[καθώς]] και με τα ελλ. [[άλπνιστος]] και [[αρπαλέος]]. Παράλληλα [[προς]] το (<i>F</i>)<i>έλπομαι</i> απαντά και τ. (<i>F</i>)[[έλδομαι]]. Και οι δύο ανάγονται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>wel</i>- «[[θέλω]], [[εκλέγω]]» (<b>πρβλ.</b> λατ. <i>vel</i>-<i>le</i>, γερμ. <i>wollen</i> «[[θέλω]]»)].
}}
}}