στρύχνον: Difference between revisions

m
Text replacement - "αῑο" to "αῖο"
m (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")
m (Text replacement - "αῑο" to "αῖο")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[τρύχνον]], τὸ, Α<br />[[ονομασία]] διαφόρων ειδών [[φυτών]] (α. «[[στρύχνον]] ἀλικάκκαβον» — [[είδος]] κερασιάς<br />β. «[[στρύχνον]] κηπαῑον» — [[είδος]] μουριάς<br />γ. «[[στρύχνον]] μανικόν» — [[είδος]] μηλιάς<br />δ. «[[στρύχνον]] ὑπνωτικόν» — [[φυτό]] με υπνωτικές ιδιότητες).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ.].
|mltxt=και [[τρύχνον]], τὸ, Α<br />[[ονομασία]] διαφόρων ειδών [[φυτών]] (α. «[[στρύχνον]] ἀλικάκκαβον» — [[είδος]] κερασιάς<br />β. «[[στρύχνον]] κηπαῖον» — [[είδος]] μουριάς<br />γ. «[[στρύχνον]] μανικόν» — [[είδος]] μηλιάς<br />δ. «[[στρύχνον]] ὑπνωτικόν» — [[φυτό]] με υπνωτικές ιδιότητες).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ.].
}}
}}
{{etym
{{etym