δαήμων: Difference between revisions

m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   " to "")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δαήμων''': -ον, γεν.-ονος ([[δαῆναι]]) [[εἰδήμων]], [[ἔμπειρος]] ἔν τινι, τέκτονος ἐν παλάμῃσι δαήμονος Ἰλ. Ο. 411· ἐν πάντεσσ’ ἔργοισι δαήμονα Ψ. 671· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] γεν. πράγμ., δαήμονι φωτὶ ἐίσκω ἄθλων Ὀδ. Θ. 159·― σπάν. παρὰ τοῖς πεζ., Πλάτ. Κρατ. 398Β, Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 110. 8. Συγκριτ.-ονέστερος Εὐ. 106· ὑπερθ. δαημονέστατος Ξεν. Κύρ. 1. 2, 12· μετ’ ἀπαρ., κοσμῆσαι δ., γινώσκων κάλλιστα πῶς νὰ…, Ἀρρ. Ἀν. 28.
|lstext='''δαήμων''': -ον, γεν.-ονος ([[δαῆναι]]) [[εἰδήμων]], [[ἔμπειρος]] ἔν τινι, τέκτονος ἐν παλάμῃσι δαήμονος Ἰλ. Ο. 411· ἐν πάντεσσ’ ἔργοισι δαήμονα Ψ. 671· [[ὡσαύτως]] μετὰ γεν. πράγμ., δαήμονι φωτὶ ἐίσκω ἄθλων Ὀδ. Θ. 159·― σπάν. παρὰ τοῖς πεζ., Πλάτ. Κρατ. 398Β, Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 110. 8. Συγκριτ.-ονέστερος Εὐ. 106· ὑπερθ. δαημονέστατος Ξεν. Κύρ. 1. 2, 12· μετ’ ἀπαρ., κοσμῆσαι δ., γινώσκων κάλλιστα πῶς νὰ…, Ἀρρ. Ἀν. 28.
}}
}}
{{bailly
{{bailly