3,274,917
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνάριθμος''': [ᾰ], ποιητ. [[ἀνήριθμος]], ον, [[ἀναρίθμητος]], «ἀλογάριαστος», Σαπφ. 72, Τραγ. (πρβλ. [[γέλασμα]])· πλῆθός τ’ ἀνάριθμοι Αἰσχύλ. Πέρσ. 40: | |lstext='''ἀνάριθμος''': [ᾰ], ποιητ. [[ἀνήριθμος]], ον, [[ἀναρίθμητος]], «ἀλογάριαστος», Σαπφ. 72, Τραγ. (πρβλ. [[γέλασμα]])· πλῆθός τ’ ἀνάριθμοι Αἰσχύλ. Πέρσ. 40: μετὰ γεν., [[ἀνάριθμος]] ὧδε θρήνων, [[ἄμετρος]] [[οὕτως]] εἰς τοὺς θρήνους, Σοφ. Ἠλ. 232· μηνῶν [[ἀνήριθμος]] (ἐκ διορθ. τοῦ Ἑρμάνν. ἀντὶ μήλων), [[ἄνευ]] ἀριθμοῦ τῶν μηνῶν, ἀναριθμήτους μῆνας, ὁ αὐτ. Αἴ. 604· ὧν [[πόλις]] [[ἀνάριθμος]] ὄλλυται, διὰ [τῆς ἀπωλείας] ἀναριθμήτου πλήθους ἐξ αὐτῶν..., ὁ αὐτ. Ο. Τ. 179· [[ἀλλά]], χρόνον... ἡμερῶν ἀνήριθμον· [[ἁπλῶς]] ἀντὶ ἡμέρας ἀνηρίθμους, ὁ αὐτ. Τρ. 247. - Περὶ τοῦ τύπου ἴδε Λοβ. Φρύνιχ. 711· [ἀνᾰρῑθμος ἀπαντᾷ ἐν Αἰσχύλ. Πέρσ. 40· (λυρ.)· ἀνᾰρῐθμος ἐν Εὐρ. Βάκχ. 1335 (ἰαμβ.). Ὁ Σοφ. ἔχει ἀνᾰρῐθμος ἐν λυρ., Ο. Τ. 167, 179, καὶ πιθ. ἐν Ἠλ. 232. Ὁ Αἰσχύλ. καὶ ὁ Σοφ. [[ὡσαύτως]] μεταχειρίζονται τὸ ἀνήρῐθμος ἐν λυρ.: Ὁ Θεόκρ. ἔχει ἀνᾰριθμος ἐν ἄρσει, 15. 45, ἀλλ’ ἀνᾰριθμος 16. 90.] | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |