μέσκος: Difference between revisions

m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μέσκος]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[κώδιον]], [[δέρμα]], Νίκανδρος».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Ίσως να πρόκειται για δάνεια λ. ανατολικής προέλευσης (<b>[[πρβλ]].</b> αραμ. <i>mešk</i><i>ā</i>, ακαδ. <i>mašku</i>, αρχ. περσ. <i>mašk</i><i>ā</i> «[[δέρμα]], [[φλοιός]]»). Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], πρόκειται για παρεφθαρμένο τ. του [[πέσκος]]].
|mltxt=[[μέσκος]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[κώδιον]], [[δέρμα]], Νίκανδρος».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Ίσως να πρόκειται για δάνεια λ. ανατολικής προέλευσης ([[πρβλ]]. αραμ. <i>mešk</i><i>ā</i>, ακαδ. <i>mašku</i>, αρχ. περσ. <i>mašk</i><i>ā</i> «[[δέρμα]], [[φλοιός]]»). Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], πρόκειται για παρεφθαρμένο τ. του [[πέσκος]]].
}}
}}
{{etym
{{etym