ψελλίζω: Difference between revisions

m
Text replacement - "οῡ" to "οῦ"
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΑ [[ψελλός]]<br />[[προφέρω]] δύσκολα τις λέξεις, δυσκολεύομαι να μιλήσω λόγω φυσικού ελαττώματος<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[μιλώ]] σαστισμένα, [[κομπιάζω]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για νήπια) [[αρθρώνω]] τις πρώτες λέξεις («τὸ μὲν γὰρ πρῶτον [[ὅλως]] οὐδὲ λαλοῡμεν [[οὐδέν]], [[εἶτα]] ὀψέποτε ψελλίζομεν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> δυσκολεύομαι στην [[εκφώνηση]] συμφωνικών συμπλεγμάτων («ψελλίζειν καὶ τραυλίζειν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[μιλώ]] κάνοντας γλωσσικά σφάλματα<br /><b>4.</b> <b>μτφ.</b> (για τον Εμπεδοκλή <b>κ.ά.</b>) [[εκθέτω]] [[κάτι]] με ασαφή ή ακατάληπτο τρόπο<br /><b>5.</b> <b>παθ.</b> <i>ψελλίζομαι</i><br />α) (για [[μέταλλο]]) αναμιγνύομαι δύσκολα με άλλα μέταλλα<br />β) <b>μτφ.</b> διδάσκομαι [[κάτι]] για πρώτη [[φορά]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «ἡ ψελλίζουσα [[γλώσσα]]» — [[προσωνυμία]] του Δημοσθένους <b>(Λιβάν.)</b>.
|mltxt=ΝΑ [[ψελλός]]<br />[[προφέρω]] δύσκολα τις λέξεις, δυσκολεύομαι να μιλήσω λόγω φυσικού ελαττώματος<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[μιλώ]] σαστισμένα, [[κομπιάζω]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για νήπια) [[αρθρώνω]] τις πρώτες λέξεις («τὸ μὲν γὰρ πρῶτον [[ὅλως]] οὐδὲ λαλοῦμεν [[οὐδέν]], [[εἶτα]] ὀψέποτε ψελλίζομεν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> δυσκολεύομαι στην [[εκφώνηση]] συμφωνικών συμπλεγμάτων («ψελλίζειν καὶ τραυλίζειν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[μιλώ]] κάνοντας γλωσσικά σφάλματα<br /><b>4.</b> <b>μτφ.</b> (για τον Εμπεδοκλή <b>κ.ά.</b>) [[εκθέτω]] [[κάτι]] με ασαφή ή ακατάληπτο τρόπο<br /><b>5.</b> <b>παθ.</b> <i>ψελλίζομαι</i><br />α) (για [[μέταλλο]]) αναμιγνύομαι δύσκολα με άλλα μέταλλα<br />β) <b>μτφ.</b> διδάσκομαι [[κάτι]] για πρώτη [[φορά]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «ἡ ψελλίζουσα [[γλώσσα]]» — [[προσωνυμία]] του Δημοσθένους <b>(Λιβάν.)</b>.
}}
}}
{{lsm
{{lsm